...τώρα λοιπόν ,βαθια και σίγουρα,μπορώ να σας το πώ,σαν να οδηγάω
και πάλι το αμαξάκι μου σ΄ενα ασφαλτοστρωμένο δρόμο της Κύπρου
ίσα και παστρικά,ένα ολογάλανο κ ήμερο πρωινο-μπορώ να το πω :
"H αρετή μας είναι η αμοιβαία μας χρησιμότητα"
Εντάξει αδέρφια.Εδώ δεν είναι η ακατόρθωτη η αδερφοσύνη για μας
και για όλους.Εδώ οι διαφορές βουλίαζουνε σ ένα χαμόγελο,-κ΄είναι έτσι
'οπως ακούς,κε'ινες οι νύχτες του καλοκαιριού,γαλάζιες αργυρές και ρόδινες,-
σ΄ένα μονάχα φέγγος ευτυχίας όλα τα ξέχωρα σπιτίσια μουρμουρίσματα
και των μικρών και των μεγάλων άστρων και τρέμει η ρίζα της καρδιάς
και τρέμει ο κόσμος τόσο που θέλεις να σκουντήσεις τον αγκώνα κάποιου
φίλου για ν΄ακούσεις μαζί του, ή τον αγκώνα μιας πέτρας για ν ακούσει και κείνη
να μοιραστείς τη χαρά σου.
Με τούτη την αγάπη,λέω,που μια μέρα, οι ξύλινοι σταυροί θα μπουμπουκίασουν
τριαντάφυλλα-ναι,και ο δικός μου ο σταυρός,ο καμένος,ο πέτρινος,με τούτη,λέω, την
αγάπη μια μέρα θα λυγίσουμε κείνους που φέρνουν τ΄άδικο και σπέρνουνε το μίσος.
Τούτη είναι η εντολή μου-
μ΄όλο που αυτήν την ώρα δεν το ξέρω το μίσος
σαν να μην το μαθα ποτές ή να το ξέχασα.Γεία σας.
Όλο ετοιμάζομαι να φύγω.Όλο σας αποχαιρετώ,κι ακόμα στέκω σαν
κάτι να χω να προσθέσω ακόμα στον κόσμο.Σα νάχω να προσφέρω λίγη
ακόμα ευτυχία σε σας απ το μεδούλι μου.
Θυμάμαι καλοκαιρίατικο σούρουπο ήταν,σταμάτησα μπροστά σε μια καλύβα.
Διψούσα.Μια μαυροφορεμένη γρια με φίλεψε με το κανάτι δροσερό νερό.
"Φχαριστώ γιαγιά" της είπα
"Καλή λευτεριά γίε μου" αποκρίθηκε.
"Καλή λευτεριά γιαγιά" της ξανάπα -κ΄ένιωσα πως της την χρωστάω.
Μού βγαλε το κασκέτο και μου σφούγγισε με το χέρι της το κούτελο μου.
(ξερετε και οι γριές μπορούνε να χαμογελάνε)
Τη λευτεριά το λοιπόν ο καθένας μας τηνε χρωστάει σ όλους.Μια λευτερια
μονάχα για τον ένα δεν φελάει σε τίποτα (αν υπάρχει)
Τίποτα δεν είναι για μήτε για τον ίδιον.
"Άντε καλή λευτεριά γιαγιά.Καλή λευτεριά το λοιπόν"
-κι έτριψα λίγο τα μάτια μου-έπεφτε κιόλας γαλανό το θάμπος της
βραδιάς,δεν καλόβλεπα.
Κι όπως τράβηξα με χαμηλωμένα τα δυο φώτα μου
(γιατί έφεγγε ακόμα) ένιωθα ν ανεβαίνω με τ΄αμάξι μου,μαζί και ο
μέγας κάμπος της Μεσαορίας βαθύς και σιωπηλός,αχνισμένος από το αργό
φεγγαρόφωτο,ένιωθα ν΄ανεβαίνω ίσα στον ουρανό κ΄ένιωθα το φεγγάρι
που με χτύπησε κατάστηθα ολόδροσο
σάμπως χρυσό κωνσταντινάτο το φεγγάρι κρεμασμένο
μ΄ένα σπαγγο απ το λαιμό μου,να με δροσίζει τη καρδιά και λίγο-λίγο
να ζεσταίνεται και ν αχνίζει στον κόρφο μου.
Κι έλεγα: δεν φτάνει το τραπέζι,μητε καμπόσος παράς στην τσέπη,μήτε το
ψωμί και το φιλί- ο άνθρωπος έιναι πιο τρανός από την καθημερινή την
έγνοια του.
Κ΄έλεγα πάλι που ο άνθρωπος αρχίζει την έγνοια του για το ψωμί κι όλο
τραβάει πιο πέρα απ την σκλαβιά του από σκλαβιά σε σκλαβιά,
από ξεσκλάβωμα σε ξεσκλάβωμα,απ το ξεσκλάβωμα της πατρίδας στο ξεσκλάβωμα
του κόσμου ώσπου να να νιώσει,μπαίνοντας ίσα στον ουρανό,ν αχνίζει το φεγγάρι
στον κόρφο του,
ώσπου να κλάψει μια νύχτα από αγάπη για όλο τον κόσμο.
απόσπασμα από τον Αποχαιρετισμό του Γιάννη Ρίτσου
γραμμένο για το Γρηγόρη Αυξεντίου
στη φωτογραφία το Birmingham...
αγαπώ να κλάψω απ αγάπη όχι μόνο μια νύχτα...
θέλω ν αγαπώ,θέλω να Σ αγαπώ...
4 σχόλια:
Πεπλατυσμένη αγάπης καρδιά, τον κόσμο όλο να χωρά σου εύχομαι. Και μας μαζί να μας θυμάσαι, παρακαλώ πολύ...
Φιλιά πολλά!
Ανταποδίδω την επίσκεψη μετά χαράς μεγάλης. "Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός"!
Θα σού έρχομαι συχνά. Μού αρέσει το περιβάλλον!!!
βίκυ,
τι μου εύχεσαι..κατι που θέλω
πολύ πολύ!
κι εσύ να μας θυμάσαι...
σ ευχαριστώ!
φιλιά και αγκαλιά
π.κ,
καλώς ήρθες!
κερνάμε γλυκό
του κουταλιού με δροσερό
νεράκι :)
καλως βρεθήκαμε λοιπόν..
σ ευχαριστώ!
Δημοσίευση σχολίου