μερα πρωτη
Λες και ο Ουρανος σε τουτη τη γωνια ειναι πιο μεγαλος.
Στο βαθος η πολη απλωμενη και μετα η Θαλασσα.
Ειχα αναγκη να ερθω στο χωριο.
Οποτε ειμαι εδω θυμαμαι το "Αν δεν στηρίξεις το ένα σου πόδι
έξω από τη γη,ποτέ σου δε θα μπορέσεις να σταθείς πάνω της"
(Ο. Ελύτης)
Ειναι μια σιωπη απλωμενη εντελως, οπως η πεδιαδα και το
μονο που ακουγεται το θροισμα των φυλλων και ωρες ωρες
στο βαθος κανενα αυτοκινητο.
Ειχα αναγκη να ερθω εδω μονη.
Τις τελευταιες μερες μαζευτηκε και τσαλακωθηκε η ψυχη
μου πιεσμενη....Αλλα που θα παει,θα με ξετυλιξει σιγα σιγα
και θα με απλωσει στο παντου της τουτη η Αγαπη
...αφου της αφηνομαι.
Εκαψα λιγο θυμιαμα ψυθιριζοντας ονοματα αγαπημενων,
να νιωσουν σαν απαλο χαδι στο κεφαλι τη σκεψη μου.
Με επιστρεφει η σιωπη στην καρδια της καρδια μου και
ανοιγω τα βιβλια...
σημερα λεει επαναληψη το κεφ. "Παθησεις Νεφρων"
μερα δευτερη
Κατεβηκα κατω και περασα απο το σπιτι των δικων μου το πρωι.
Ελειπαν ολοι.
Τριγυρισα λιγο και καθισα στο πιανο,ειχε χρονια να το ανοιξω.
Πηρα να παιζω κλιμακες και γελουσα με το αριστερο χερι που
ξεμενε πισω.Καπως ετσι και η ψυχη μου που αργει στα γεγονοτα
λιγο...αλλα ποιος ξερει ποιανου χρονομετρο ακουει αυτη...
Βρηκα την αγαπημενη μου παιδικη μελωδια και πηρα να τη
ξαναμαθαινω .....δεξι-αριστερο-μαζι.Ενιωθα μικρο.
Γιατι να μην ειναι καποιος σπιτι?
Ηθελα να πω 2 συγνωμες...μια για τα τοσα χρονια σιωπης και μια
για τις λεξεις μου τελευταια.
Εκλεισα το πιανο και επεστεψα στο χωριο.
Ειναι εντελως καθαρη η ατμοσφαιρα και στο βαθος ο οριζοντας...
τουτη η νοερη αγκαλια που κρατα τη θαλασσα μ ανοικτα τα χερια.
"Παθησεις αναπνευστικου" λεει η επαναληψη σημερα.
Πια οταν διαβαζω για ενα νοσημα θυμαμαι και ενα ασθενη.
Η γιαγια-Ευανθια...πολυ μικροσωμη με μακρια πλουσια ασπρα
μαλλια και γαλαζια νυχτικουλια...
οποτε πηγαινα να τη δω και τη ρωτουσα αν ειναι
καλα δεν ελεγε αν πονουσε ή αν δυσκολευοταν στην αναπνοη,
παντα ενα παραπονιαρικο "πεινωωωω" με τη ψιλη φωνη της.
Τον πρωτο καιρο νομιζα πως πραγματι δεν ετρωγε και τις εφτιαχνα
παιδικες κρεμουλες να την ταιζω με το κουταλακι.Σιγα σιγα προσεξα
πως ολη μερα σχεδον καποιος ηταν κοντα της να τη ταιζει...
και πως δεν ερχοταν κανενας δικος της να ρωτησει..
οι ωρες του φαγητου ηταν οι ωρες συντροφιας και τρυφεροτητας.
Παλι ειχα μπερδεψει τις "πεινες".
Θυμαμαι τη μερα που ηταν να φυγει και πηγα να τη χαιρετησω..
-εισαι καλα γιαγια μου?
-εε...μας αφησαν νηστικους και σημερα...